τζετ-σετ

τζετ-σετ
το, Ν
άκλ. (ξεν.) ο κόσμος τής αριστοκρατίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αγγλ. jet set «κόσμος τής αριστοκρατίας που συχνά ταξιδεύει με αεροπλάνο»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”